Πολιτικό Δεκάπρακτο
Ιστορίες από την καθημερινή ζωή
Ο προφορικός λόγος έχει ελευθερίες. Δεν είναι τυχαία η φράση «έπεα πτερόεντα». Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τον γραπτό λόγο, όπου οι κανόνες είναι αυστηροί και το «scripta manent» επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη στην υστεροφημία του συγγραφέα. Συνεπώς , είναι δύσκολο την ευαισθησία, την παρατήρηση, την οξυδέρκεια και την αναζήτηση να τις αποτυπώσεις σε χαρτί. Αυτό το εγχείρημα επιχειρεί ο Παναγιώτης Σγουρίδης με το βιβλίο Πολίτικο Δεκάπρακτο.
Παρατηρεί ότι η μεταπολεμική Ελλάδα συνοδεύτηκε από έναν διαρκή αγώνα δρόμου για να προλάβει τις καθυστερήσεις. Παρά ταύτα, η οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και η είσοδος στο ευρωπαϊκό περιβάλλον σήμαναν για το συλλογικό ασυνείδητο του ελληνικού λαού το τέλος αυτού του αγώνα. Θεωρεί λοιπόν ότι αυτή είναι η αιτία που η σκληρά εργαζόμενη ελληνική οικογένεια, απαλλαγμένη από το βάρος των « μεγάλων», στράφηκε στον εαυτό της, στο μέλλον των παιδιών της, στο δικαίωμα για αξιοπρεπή σύνταξη, στην ποιότητα ζωής, στο καλάθι της νοικοκυράς και σε μια σειρά από «μικρά» προβλήματα που συνθέτουν την καθημερινότητα των Ελλήνων.
Αυτή την καθημερινότητα, που μέχρι τώρα απασχολούσε τη λογοτεχνία, προσπαθεί ο συγγραφέας να τη συνδυάσει με την πολιτική, γιατί πιστεύει πως η Αριστερά των μεγάλων οραμάτων και αγώνων καλείται σήμερα να δώσει απάντηση στα μικρά και στα ατομικά προβλήματα.
Τα δέκα διηγήματα του βιβλίου είναι προϊόν της μανίας του να παρατηρεί το περιβάλλον, ίσως μακρινό κατάλοιπο του μηχανικού που ποτέ δεν έπαψε να είναι. Πρόκειται για μια προσπάθεια προσέγγισης της πολυπλοκότητας του σήμερα μέσα από τη φαντασία του λογοτέχνη, την αποτελεσματικότητα του μηχανικού και την ευαισθησία του πολιτικού.
Οι μυρωδιές της γης και τα αγγίγματα των ανθρώπων
του Χ. Α. Χωμενίδη
Στην εποχή της τηλεοπτικής δημοκρατίας που διανύουμε, υπάρχουν πολιτικοί οι οποίοι σταδιοδρομούν ωρυόμενοι στα κεντρικά δελτία ειδήσεων, πετώντας κάθε βράδυ από κανάλι σε κανάλι, απευθυνόμενοι σε έναν κόσμο που μάλλον τους χαζεύει παρά τους παρακολουθεί. Ο Παναγιώτης Σγουρίδης δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία.
Στην εποχή του λάιφ στάιλ που μας επιβάλλεται, υπάρχουν πολιτικοί οι οποίοι φιλοτεχνούν τη δημόσια εικόνα τους καθοδηγούμενοι από διαφημιστές. Μελετούν τα γούστα και τις τάσεις της κοινής γνώμης και προσαρμόζονται ανάλογα: με τους νέους νεάζουν, με τις γυναίκες φεμινίζουν, στις εθνικές επετείους δίνουν μαθήματα πατριωτισμού και στα μπουζούκια μερακλώνουν, πάντοτε βέβαια εντός ορίων. Ο Παναγιώτης Σγουρίδης δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία.
Ο Παναγιώτης Σγουρίδης είναι ένας πολιτικός βγαλμένος από τη βάση. Από τους πολίτες του νομού Ξάνθης, οι οποίοι τον ανέδειξαν όχι χάρη στο οικογενειακό του όνομα, στις διασυνδέσεις ή στην οικονομική του ισχύ, αλλά επειδή προφανώς τον γνώριζαν και τον εμπιστεύονταν. Ο Π αναγιώτης Σγουρίδης εισήλθε πολύ νέος στην κεντρική πολιτική σκηνή, εκπροσωπώντας την τοπική κοινωνία και εμφορούμενος από τα ιδεώδη του σοσιαλισμού, που τότε ακόμα, στη δεκαετία του ’80, διατηρούσαν ακέραια τη λάμψη τους.
Οι αλλαγές που συντελέστηκαν τα επόμενα χρόνια υπήρξαν κοσμογονικές. Η Σοβιετική Ένωση και η σοβιετική πρόταση κατέρρευσαν κατά τον αντιηρωικότερο τρόπο, η οικονομία της αγοράς φάνηκε να θριαμβεύει, όσοι όμως βιάστηκαν να διαγνώσουν το τέλος της Ιστορίας βγήκαν οικτρά γελασμένοι, καθώς – πριν αλέκτορα φωνήσαι- νέα αντίπαλα δέη ξεπρόβαλαν, ένας επί αιώνες λησμονημένος θρησκευτικός φανατισμός ανέλαβε να εκπροσωπήσει της Γης τους κολασμένους … Οι κοινωνίες σαρώθηκαν και σαρώνονται και από άλλης τάξεως μεταβολές :η ψηφιακή επανάσταση, το επελαύνον διαδίκτυο εκμηδενίζει τις γεωγραφικές αποστάσεις, αλλάζει άρδην το νόημα των λέξεων «σύνορα», «έθνη», «ελίτ». Η άρχουσα τάξη του μέλλοντος θα βασίζεται- είναι φανερό- στην παραγωγή και στην διακίνηση όχι τόσο του υλικού πλούτου όσο της σκέψης και της γνώσης. Η αποκρυπτογράφηση εξάλλου του γονιδιώματος –του DNA- δίνει για πρώτη φορά στον άνθρωπο τη δυνατότητα να επηρεάζει και βαθμιαία να καθορίζει βιολογικά τον ίδιο του τον εαυτό. Πλήθος ζητήματα ανακύπτουν, ζητήματα εξαιρετικά κρίσιμα, τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν τεχνοκρατικά αλλά ηθικά, δηλαδή πολιτικά. Οι περιβαλλοντικές καταστροφές εξάλλου, οι οποίες τείνουν να προσλάβουν διαστάσεις λαίλαπας , δεν είναι δυνατόν να αναχαιτιστούν αποσπασματικά ούτε βεβαίως με νερόβραστα ευχολόγια, που θα καθησυχάζουν τα θύματα και θα αφήνουν ανεμπόδιστους και ατιμώρητους τους θύτες.
Για έναν σημερινό λοιπόν πολιτικό – ο οποίος δεν νοιάζεται μα εξακολουθήσει απλώς την πορεία του, διεκπεραιώνοντας τα τυπικά και ψηφοθηρικά καθήκοντα του- το επείγον ζητούμενο είναι α) να κατανοήσει τις αλλεπάλληλες μεταμορφωτικές μεταβολές που ξεκινούν από τα διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων και αγγίζουν και την πιο ολιγάριθμη ακόμα κοινότητα, β) να τοποθετηθεί με θάρρος και με σαφήνεια απέναντι τους και γ) να αγωνιστεί για τη δικαίωση των θέσεών του.
Ο Παναγιώτης Σγουρίδης, για να πετύχει τα παραπάνω, ακολουθεί μιαν απροσδόκητη οδό: εγκύπτει λιγότερο στα δεδομένα των μεγεθών και των στατιστικών και περισσότερο στις ίδιες τις ζωές των ανθρώπων. Προσεγγίζει την πραγματικότητα- την οποία επιμένει να λαχταράει να αλλάξει- ως ένα σύνολο από μοναδικές, σύνθετες και αντιφατικές συχνά περιπτώσεις. Δεν θεωρητικολογεί, δεν γράφει δοκίμια. Γράφει διηγήματα.
Μην περιμένετε από εμένα να αποτιμήσω το Πολιτικό Δεκάπρακτο του Παναγιώτη Σγουρίδη με τα κριτήρια και με τις μεθόδους που ακολουθούν συνήθως οι λογοτεχνικοί κριτικοί. Έτσι και αλλιώς, η «λογοτεχνίτιδα», ενώπιον της οποίας αρκετοί αποκαλύπτονται, αποτελεί- το έχει πει ιδιοφυώς ο Βασίλης Βασιλικός- την κυτταρίτιδα της γραφής. Το γεγονός , αντίθετα, πως ο Παναγιώτης Σγουρίδης δεν φοράει ποτέ το προσωπείο του συγγραφέα, δεν κοκορεύεται για περίτεχνες φράσεις του, δεν παριστάνει τον αφ’ υψηλού ανατόμο των ψυχών, τείνει μονάχα ους ευήκοον, ρίχνει το βλέμμα του παντού, όλο ενδιαφέρον και συμπάθεια, το γεγονός, εν ολίγοις, ότι ο Παναγιώτης Σγουρίδης διανοείται χωρίς να «διανοουμενίζει είναι που δίνει στα γραπτά του μιαν αξιοπρόσεκτη αμεσότητα.
Τον φαντάζομαι να κρατάει βιαστικά σημειώσεις στην πίσω όψη τυπωμένων νομοσχεδίων. Τον φαντάζομαι να περιοδεύει στο νομό του αναζητώντας λύσεις για τα πρακτικά ζητήματα, πασχίζοντας όμως παράλληλα να εμβαθύνει, να αγγίζει τον πυρήνα του προβλήματος, της ύπαρξης, της σχέσης- της κάθε σχέσης- στον συγκεκριμένο χωρόχρονο αλλά και πέρα από αυτόν. Τον φαντάζομαι καθισμένο στα έδρανα της Βουλής να αναπολεί τις μυρωδιές της γης και τα αγγίγματα των ανθρώπων και έτσι να χρωματίζει τους πολιτικούς του λόγους…
Οι μυρωδιές της γης και τα αγγίγματα των ανθρώπων αποτελούν ίσως τον μοναδικό μας μπούσουλα σ’ ετούτη τη μεταμοντέρνα εποχή που μας έλαχε. Και η ικανότητα να μπαίνεις στη Θέση του άλλου είναι το πρώτιστο ζητούμενο, όποιο στάδιο και αν μετέρχεσαι. Ο Παναγιώτης Σγουρίδης τα διαθέτει σε αφθονία και τα δύο. Θα το διαπιστώσετε διαβάζοντάς τον.
Αυτούσιο το κείμενο σχολίου της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» της 6ης Σεπτεμβρίου 2007, που αναφέρεται στην παρουσίαση του 2ου βιβλίου του Παναγιώτη Σγουρίδη.
Πολιτική, λογοτεχνία και οίνος
΄Οαση πολιτικής και πνευματικής δροσιάς, εν μέσω προεκλογικού καύσωνα κοινοτοπίας, χθες το μεσημέρι στη Στοά Βιβλίου. Εκεί, τρεις ΄΄σταμπαρισμένοι΄΄ για τις ρηξικέλευθες απόψεις τους πολιτικοί (Πέτρος Ευθυμίου, Ευριπίδης Στυλιανίδης, Φώτης Κουβέλης), βοηθούμενοι από έναν αιρετικό συγγραφέα (Χρήστος Χωμενίδης) και έναν σταρ της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας (Νίκος Χατζηνικολάου), έστησαν μια σπαρταριστή και κάποιες στιγμές αναπάντεχα εξομολογητική πολιτικο-λογοτεχνική κουβέντα. Αφορμή έδωσε η παρουσίαση του βιβλίου του κοινού τους φίλου Παναγιώτη Σγουρίδη ΄΄Πολιτικό Δεκάπρακτο-Ιστορίες από την καθημερινή ζωή. Ένα βιβλίο που είναι διαποτισμένο όχι μόνο από τις τρυφερές παιδικές αναμνήσεις στην Ξάνθη του μακροβιότερου (επί 12ετία) αντιπροέδρου της Βουλής, μέσα από τις τάξεις του ΠΑΣΟΚ, αλλά και με το πολιτικό του καταστάλαγμα. Κάτι που έδωσε αφορμή στους νηφάλιους συνομιλητές του να διατυπώσουν χρήσιμες στη συγκυρία απόψεις για τυχόν συμπλεύσεις στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, αλλά και για τα ουσιαστικά προβλήματα του τόπου έξω από το τηλεοπτικό σελοφάν. Στο τέλος ο οινοπαραγωγός Σγουρίδης κέρασε με δικό του κρασί τους παρευρισκόμενους και αναχώρησε για Ξάνθη προς άγραν νέων λογοτεχνικών εμπειριών, μέσω της επαφής με τους ψηφοφόρους του.